Burdur,2016
Ankara,2016
Ankara,2016
This is a picture of my great-grandfather Yiorgos Tsoloz and my great-grandmother Varvara Tsoloz and their children. Great-grandmother Varvara, with her 2 daughters and a cousin, left from Burdur one morning in September 1922, when a friend hit the door and told them, 'You better leave because there is war now, and they will slay you.' The four women left their house, taking only their jewelry, took a carriage, and left for Smyrna. On the road they gave the jewels to Chetes, who met to save their lives. They arrived in Izmir, where they boarded a ship called 'Odyssey.' They arrived in Piraeus without anything. Yiorgos Tsoloz was hostage in a work battalion, but he was saved because a friendly Turkish family hid him in their house for 3 years. The picture was taken in 1929 in Athens after the family was finally reunited.
Yiorgos and Varvara were Karamanli, a minority of Turkish-speaking Orthodox Greeks. The Karamanli didn't speak Greek, but they used the Greek alphabet for writing Turkish. In this experiment of creating nations, that was the inhuman decision of the exchange; the great-grandfather and great-grandmother were expelled on the basis of their religion to become part of a particular nation and to live within its borders, even if they did not speak the language and even if they longed for the home and land they had left behind.
Αυτή είναι μια φωτογραφία του προπάπου μου Γιώργου Τσολόζ και της προγιαγιάς μου Βαρβάρας και των παιδιών τους. Η προγιαγιά μου Βαρβάρα μαζί με τις δύο κόρες της και μια ξαδέρφη έφυγαν από το Burdur ένα πρωινό του Σεπτεμβρίου του 1922, όταν ένας οικογενειακός φίλος τους χτύπησε την πόρτα και τους είπε καλύτερα να φύγετε γιατί έχει γίνει πόλεμος κι εδώ θα σας σφάξουν. Οι τέσσερις γυναίκες ανέβηκαν σε μια άμαξα και έφυγαν για τη Σμύρνη. Στο δρόμο έδιναν τα κοσμήματα στους τσέτες που συναντούσαν για να γλυτώσουν την ζωή τους. Έφτασαν μέχρι τη Σμύρνη, όπου επιβιβάστηκαν σε ένα πλοίο που λεγόταν ‘Οδύσσεια’. Έφτασαν στον Πειραιά χωρίς τίποτα. Ο προπάπους Γιώργος Τσολόζ ήταν όμηρος στα τάγματα εργασίας, σώθηκε όμως γιατί τον έκρυψε μια φιλική τουρκική οικογένεια στο σπίτι τους για 3 χρόνια. Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη το 1929 όταν τελικά η οικογένεια επανενώθηκε στην Αθήνα.
Ο προπάππους Γιώργος Τσολόζ, και αργότερα Τσολοζίδης, με την προγιαγιά Βαρβάρα, ήταν Καραμανλήδες, μια μειονότητα τουρκόφωνων ορθόδοξων χριστιανών που έγραφαν την τουρκική γλώσσα με χαρακτήρες του ελληνικού αλφαβήτου. Σε αυτήν την άσκηση δημιουργίας εθνών που ήταν η απάνθρωπη απόφαση της ανταλλαγής, ο προπάππους και η προγιαγιά, βάσει της θρησκείας τους, έπρεπε να αποτελούν κομμάτι ενός συγκεκριμένου έθνους, να ζουν μέσα στα σύνορα του, άσχετα αν δεν μιλούσαν καν την γλώσσα, ενώ νοσταλγούσαν το σπίτι και τη γη που άφησαν.
Burdur,2016
Burdur,2016
Burdur,2016
Kayakoy |Levissi, 2016
Ankara,2016
Kayakoy |Levissi, 2016
Kayakoy |Levissi, 2016
Burdur,2016
Mapping a Trace A diary correspondence between Photini Papahatzi and Apostolis Artinos (EN-GR)
Psychography by Demetra Stavrou (GR)
Δυσκολεύτηκα πολύ να εκπληρώσω την επιθυμία της φίλης μου και εξαιρετικής ¬¬¬-φωτογράφου Φωτεινής Παπαχατζή και να ολοκληρώσω αυτό το μίνι ψυχογράφημα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ένας καλλιτέχνης μου ζητά κάτι τέτοιο, αλλά είναι η πρώτη φορά που αντιμετωπίζω τέτοια δυσκολία. Η ίδια η δυσκολία μιλάει για το έργο της Φωτεινής και τελικά κατορθώνω να τελειώσω αυτό το κείμενο αξιοποιώντας αυτή την δυσκολία προσπαθώντας να την καταλάβω.
Το έργο της Φωτεινής είναι εξαιρετικά δυνατό. Οι φωτογραφίες της σε συνδυασμό με το κείμενο που μου απέστειλε κόβουν κυριολεκτικά την ανάσα.
Η ταύτιση μαζί της είναι αναπόφευκτη. Πόσο μάλλον όταν έχουμε κοινά στοιχεία στο παρελθόν. Έναν ξεριζωμό από τα χώματα της Ιωνίας και την προσφυγιά. Το ένα έκτο των Ελλήνων περίπου όμως μοιραζόμαστε αυτή την κοινή καταγωγή. Ακόμη κι αν κάποιος από μας δεν έχει καταγωγή από την Μικρά Ασία σίγουρα ξέρει κάποιους οικείους του που έχουν. Άλλωστε ασχέτως αν έχει κανείς ή όχι καταγωγή από εκεί το θέμα που αγγίζει η Φωτεινή Παπαχατζή είναι δυνατό για όλους γιατί αγγίζει την ταυτότητα μας.
Μία ταυτότητα τραυματισμένη γιατί ποιος δεν έχει βιώσει μία τέτοια καταστροφή για την οποία δεν ευθύνεται αυτός; Πόλεμοι, πείνα, ξεριζωμοί, δικτατορίες όλα προϊόντα πολιτικών και αποφάσεων που πάρθηκαν χωρίς να ρωτηθεί κανένας από τους τραυματισμένους.
Η επιστροφή στον τόπο του τραύματος έχει σχεδόν θεραπευτικό χαρακτήρα, όχι μόνο για την Φωτεινή αλλά και για όλους εμάς που έχουμε ένα τέτοιο μελανό σημείο στην ιστορία. Η επαφή με τους ανθρώπους εκεί, με τους ανθρώπους που κατοικούν σήμερα τα σπίτια μας έχει κάτι το απομαγευτικό και γι αυτό θεραπευτικό. Οι «κακοί» άλλοι, οι εχθροί, όπως έχουν εγχαραχθεί στο συλλογικό μας φαντασιακό οι γείτονες Τούρκοι, βλέπουμε να είναι άνθρωποι μέσα από τις συγκλονιστικές εικόνες της Φωτεινής. Το σπίτι των παππούδων συνεχίζει να υπάρχει και να προσφέρει καταφύγιο σε άλλους ανθρώπους. Ανθρώπους που χρησιμοποιούν την στέγη αυτή ως περίβλημα από τον έξω κόσμο, που βλέποντας από το πρόσωπο στην εικόνα, βιώνεται μάλλον ως απειλητικός. Το σπίτι των παπούδων, ένα καταφύγιο σήμερα για άλλους ανθρώπους που υποφέρουν κι αυτοί από ευαλωτότητα, ζουν μέσα και αφήνουν τα ίχνη τους στον χώρο. Ναι δεν μοιάζουν με τα τέρατα των αφηγήσεων των βιβλίων ιστορίας της εποχής που πηγαίναμε σχολείο.
Κι όμως όλοι μας έχουμε μέσα μας ένα εν δυνάμει τέρας. Ο φανατισμός είναι ο μοχλός για να βγει και να διαπράξει εγκλήματα που ποτέ κανείς μας δεν είχε φανταστεί ότι μπορούσε να κάνει. Ο φανατισμός πάντα συνδέεται με το ιδεώδες. Το τέρας δεν είναι παρά η άλλη όψη του ιδανικού.
Οι άνθρωποι της Φωτεινής είναι άνθρωποι. Ούτε τέρατα ούτε άγιοι. Κοιτάζοντας τις φωτογραφίες της αισθάνομαι την τραγικότητα της ανθρώπινης φύσης μας. Την ευαλωτότητα αλλά και το σθένος.
Το σπίτι, κεντρικό στοιχείο στην έκθεση, το βλέπουμε στην ψυχοθεραπεία να συμβολίζει συνήθως την ταυτότητα. Είναι το εγώ-δέρμα του κατοίκου του. Όταν ακούμε ότι κάποιος μετακομίζει αντιλαμβανόμαστε ότι κάτι μετακινείται σε σχέση με την ταυτότητά του. Πάει σε μεγαλύτερο χώρο; Ξέρουμε ότι αναπτύσσεται και χρειάζεται μεγαλύτερο χώρο.
Η απώλεια του σπιτιού είναι από τα πιο αγχογόνα γεγονότα στην ζωή ενός ανθρώπου. Πόσο μάλλον όταν αυτό συμβαίνει μέσα από την απώλεια του τόπου.
Ωστόσο αυτή φαίνεται να είναι η μοίρα του ανθρώπου. Γιατί πάντοτε οι άνθρωποι μετακινούνται και αυτές οι μετακινήσεις συνήθως γίνονται βίαια.
Ωστόσο το «όπου γη και πατρίς» δεν βιώνεται εύκολα. Τρεις γενιές τουλάχιστον σημαδεύει ένας ξεριζωμός και επιδρά πάνω στα μέλη της οικογένειας όπως το τραύμα των ηρώων των τραγωδιών του Σοφοκλή. Χρειάζεται κάποιος θαρραλέος ήρωας να βρεθεί για να δει κατάματα το τραύμα και να το επιλύσει.
Αυτό αισθάνομαι ότι επιχειρεί η Φωτεινή. Και μαζί με κείνη μας καλεί να το κάνουμε κι εμείς. Κάποιοι είμαστε έτοιμοι και κάποιοι όχι. Άλλωστε δεν γεννιόμαστε όλοι με τα κότσια της.
Η Φωτεινή είναι μεγάλη ταξιδιώτισσα. Είναι με δική της θέληση αυτή που φεύγει από το οικείο για να γνωρίσει το άγνωστο. Κι εδώ αντιστρέφονται οι ρόλοι. Από την μετακίνηση που γίνεται αναγκαστικά δύο γενιές πίσω η μετακίνηση γίνεται ως επιλογή πια. Η Φωτεινή κάνει μία πορεία μέσα στα χρόνια που σηματοδοτείται από αλλαγές σπιτιών, ταξίδια αλλά και κατοικία σε διαφορετικούς τόπους. Μαρούσι, Λονδίνο, Πρέβεζα… Αυτό που βιώθηκε κάποτε δυο γενιές πίσω παθητικά (κάθε τραύμα άλλωστε είναι πάθημα) σήμερα μετατρέπεται σε ενεργητική συμπεριφορά και συνδέεται με την διαδικασία της εξέλιξης.
Ο φακός της Φωτεινής κινούμενος αυτοβιογραφικά καταγράφει μέσα σε μεγάλη συγκινησιακή φόρτιση. Η ανησυχία, η αφύπνιση της μνήμης, η αγωνία να συναντήσει το σπίτι και τους σημερινούς κατοίκους του… Το τραύμα μετουσιώνεται μέσα από την τέχνη. Τα φαντάσματα μπορούν να εξαφανιστούν μπροστά στην ανάδυση της πραγματικότητας. Ο φακός της δεν παράγει μόνο τέχνη. Γίνεται έντονα εθνογραφικός και όλη αυτή η δουλειά της αποκτά πολλαπλό χαρακτήρα. Τέχνη, Εθνογραφία, Ψυχοθεραπεία συναντιούνται χάρη στις φωτογραφίες της Φωτεινής Παπαχατζή.
Προσωπικά, την ευχαριστώ πολύ γιατί παρόλο που με δυσκόλεψε το εγχείρημα της και η αναμόχλευση αυτή της μνήμης του ξεριζωμού, αισθάνομαι ότι τέλεσε μία πράξη ψυχοθεραπευτική για όλους εμάς που χάσαμε πατρίδες.